Ο γενετικός έλεγχος του πολυμορφισμού 521 C>T (Thr174Met) αναλύει μια συγκεκριμένη παραλλαγή στο γονίδιο AGT, το οποίο κωδικοποιεί το αγγειοτενσινογόνο, που είναι πρόδρομη μορφή των πεπτιδίων αγγειοτενσίνης που ρυθμίζουν την αρτηριακή πίεση, την ισορροπία υγρών και την αγγειακή λειτουργία μέσω του συστήματος ρενίνης-αγγειοτενσίνης (RAS). Αυτός ο έλεγχος ανιχνεύει την αντικατάσταση της κυτοσίνης (C) από θυμίνη (T) στη νουκλεοτιδική θέση 521, με αποτέλεσμα την αντικατάσταση του αμινοξέος θρεονίνη (Thr) από μεθειονίνη (Met) στη θέση 174. Αυτή η γενετική παραλλαγή έχει συσχετιστεί με αυξημένα επίπεδα αγγειοτενσινογόνου, διαταραχές στη ρύθμιση της αρτηριακής πίεσης και αυξημένη ευαισθησία σε υπέρταση και καρδιαγγειακές παθήσεις.
Το αγγειοτενσινογόνο παράγεται κυρίως στο ήπαρ και χρησιμεύει ως υπόστρωμα για τη ρενίνη, η οποία το μετατρέπει σε αγγειοτενσίνη Ι. Η αγγειοτενσίνη Ι στη συνέχεια διασπάται από το μετατρεπτικό ένζυμο της αγγειοτενσίνης (ACE) σε αγγειοτενσίνη II, ένα ισχυρό αγγειοσυσταλτικό υπεύθυνο για την αύξηση της αρτηριακής πίεσης και την αύξηση της κατακράτησης νατρίου. Ο πολυμορφισμός 521 C>T του AGT επηρεάζει την έκφραση του αγγειοτενσινογόνου, με μελέτες να υποδηλώνουν ότι τα άτομα που φέρουν το αλληλόμορφο Τ μπορεί να έχουν αυξημένη παραγωγή αγγειοτενσινογόνου, οδηγώντας σε μεγαλύτερη ενεργοποίηση του συστήματος ρενίνης-αγγειοτενσίνης και υψηλότερο κίνδυνο ανάπτυξης υπέρτασης. Η αλληλεπίδραση μεταξύ αυτού του πολυμορφισμού και άλλων γενετικών παραλλαγών, όπως το 704 T>C (Met235Thr) του AGT, ρυθμίζει περαιτέρω την ομοιόσταση της αρτηριακής πίεσης και την καρδιαγγειακή λειτουργία.
Η παρουσία του αλληλόμορφου Τ έχει συσχετιστεί με αυξημένο κίνδυνο ιδιοπαθούς υπέρτασης, ιδιαίτερα σε πληθυσμούς με γενετική προδιάθεση για υψηλή αρτηριακή πίεση. Η έρευνες έχουν δείξει ότι τα άτομα με την παραλλαγή Thr174Met τείνουν να έχουν αυξημένα αρχικά επίπεδα αρτηριακής πίεσης και μεγαλύτερη πιθανότητα εμφάνισης επιπλοκών που σχετίζονται με την υπέρταση, συμπεριλαμβανομένης της υπερτροφίας της αριστερής κοιλίας και της αρτηριακής «δυσκαμψίας». Η μεταβλητότητα στη λειτουργία του AGT έχει επίσης συσχετιστεί με διαφορές στην ανταπόκριση σε αντιυπερτασικές θεραπείες, συμπεριλαμβανομένων των αναστολέων ΜΕΑ και των αναστολέων υποδοχέων της αγγειοτενσίνης (ARBs), γεγονός που υποδηλώνει ότι ο γενετικός έλεγχος μπορεί να παρέχει πληροφορίες σχετικά με εξατομικευμένες στρατηγικές διαχείρισης της αρτηριακής πίεσης.
Εκτός από την υπέρταση, ο αντίκτυπος του πολυμορφισμού Thr174Met του γονιδίου AGT οδηγεί σε αυξημένο κίνδυνο καρδιαγγειακών παθήσεων όπως έμφραγμα του μυοκαρδίου, εγκεφαλικό επεισόδιο λόγω θρομβώσεων και καρδιακή ανεπάρκεια. Η χρόνια υπερενεργοποίηση του συστήματος RAS λόγω αυξημένων επιπέδων αγγειοτενσινογόνου συμβάλλει στην ενδοθηλιακή δυσλειτουργία, το οξειδωτικό στρες και την αγγειακή αναδιαμόρφωση, προάγοντας την εξέλιξη της αθηροσκλήρωσης και της θρόμβωσης. Μελέτες έχουν επίσης διερευνήσει το ρόλο αυτού του πολυμορφισμού στη νεφρική λειτουργία, καθώς η υπερβολική δραστικότητα της αγγειοτενσίνης ΙΙ μπορεί να οδηγήσει σε νεφρική βλάβη, σπειραματική υπέρταση και αυξημένη ευαισθησία σε χρόνια νεφρική νόσο (ΧΝΝ) και διαβητική νεφροπάθεια.
Ο γενετικός έλεγχος για τον πολυμορφισμό 521 C>T (Thr174Met) του γονιδίου AGT παρέχει πληροφορίες για τη γενετική προδιάθεση ενός ατόμου για υπέρταση και καρδιαγγειακές διαταραχές.
Ο γενετικός έλεγχος του πολυμορφισμού 521 C>T (Thr174Met) περιλαμβάνεται επίσης στην εξέταση: