Ο Έλεγχος για τα Σεξουαλικώς Μεταδιδόμενα Νοσήματα (ΣΜΝ / STD) (CheckUp A5) της Διαγνωστικής Αθηνών περιλαμβάνει τον μοριακό έλεγχο για 6 σημαντικούς μικροοργανισμούς: Χλαμύδια (Chlamydia trachomatis), Γονόκοκκο (Neisseria gonorrhoeae), Μυκόπλασμα (Mycoplasma hominis), Μυκόπλασμα (Mycoplasma genitalium), Ουρεάπλασμα (Ureaplasma urealyticum & Ureaplasma parvum) και Τριχομονάδα (Trichomonas vaginalis).
Πολλοί ασθενείς δεν λαμβάνουν άμεσα την κατάλληλη θεραπεία για τα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα επειδή πολλά από αυτά δεν έχουν συμπτώματα ή έχουν αρκετά μη ειδικά συμπτώματα, γεγονός που κάνει δύσκολη την αναγνώρισή τους. Το στίγμα γύρω από τα ΣΜΝ αποθαρρύνει επίσης πολλούς ανθρώπους από το να εξεταστούν, αλλά ο εργαστηριακός έλεγχος είναι ο μόνος τρόπος για να αναγνωρισθούν με βεβαιότητα αυτά τα νοσήματα. Αν παραμείνουν χωρίς την κατάλληλη θεραπεία, μπορεί να προκαλέσουν σοβαρά προβλήματα υγείας, όπως υπογονιμότητα και βλάβες εσωτερικών οργάνων.
Ποιοι πρέπει να ελεγχθούν για Σεξουαλικώς Μεταδιδόμενα Νοσήματα;
Ο Έλεγχος για τα Σεξουαλικώς Μεταδιδόμενα Νοσήματα είναι σημαντικός για:
- Άτομα που φοβούνται ότι μπορεί να έχουν εκτεθεί σε κάποιο ή κάποια από τα νοσήματα που ελέγχονται με αυτήν την εξέταση
- Άτομα των οποίων ο / η σύντροφος έχει διαγνωσθεί με κάποιο από τα αυτά τα νοσήματα και επιθυμούν να ελέγξουν το δική τους κατάσταση
- Άτομα που έχουν συμπτώματα συμβατά με κάποια σεξουαλικώς μεταδιδόμενη νόσο
Πόσο ασφαλής είναι ο Έλεγχος για τα Σεξουαλικώς Μεταδιδόμενα Νοσήματα στα ούρα;
Παλαιότερα, ο Έλεγχος για τα Σεξουαλικώς Μεταδιδόμενα Νοσήματα ήταν πολύ άβολος για τους ασθενείς (και τους γιατρούς). Στους άνδρες με υποψία νόσου από χλαμύδια ή γονόρροια, έπρεπε να γίνει λήψη ουρηθρικού επιχρίσματος εισάγοντας έναν στυλεό στην ουρήθρα. Οι γυναίκες έπρεπε να υποβληθούν σε γυναικολογική εξέταση και λήψη του δείγματος από τον τράχηλο της μήτρας. Πλέον, τόσο τα συγκεκριμένα νοσήματα όσο και ορισμένα άλλα, μπορεί να ανιχνευθούν πολύ πιο εύκολα και πολύ αξιόπιστα σε δείγμα ούρων και στα δυο φύλα.
Επιπλέον, για τη διάγνωση των λοιμώξεων από τα χλαμύδια και το γονόκοκκο έπρεπε να γίνονται καλλιέργειες από τα δείγματα που λήφθηκαν απευθείας από τον τράχηλο ή την ουρήθρα, ενώ οι νεότερες μοριακές τεχνικές (PCR / LCR) αναζητούν μόνον το βακτηριακό DNA. Αυτού του τύπου οι εξετάσεις είναι ευαίσθητες ακόμη και σε πολύ μικρές ποσότητες βακτηριακού DNA και δεν απαιτούν να είναι ζωντανοί οι μικροοργανισμοί στο δείγμα προκειμένου να τους ανιχνεύσουν. Ως εκ τούτου, μπορούν να αναλύσουν και δείγματα ούρων και όχι μόνο ουρηθρικά ή τραχηλικά επιχρίσματα.
Οι απορίες σχετικά με την αποτελεσματικότητα των εξετάσεων για τα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα σε δείγμα ούρων, συνήθως επικεντρώνονται στις γυναίκες επειδή η πιο συνηθισμένη περιοχή μόλυνσης των γυναικών (τράχηλος) δεν βρίσκεται στο μονοπάτι που τα ούρα οδεύουν έξω από το σώμα.
Μια μελέτη του 2015 που εξέτασε άλλες μελέτες σχετικά με τη αποτελεσματικότητα της χρήσης διαφορετικών τύπων δειγμάτων για την ανίχνευση των χλαμυδίων και της γονόρροιας διαπίστωσε ότι:
- Για τον έλεγχο των χλαμυδίων στις γυναίκες, η ευαισθησία και η ειδικότητα ήταν 87% και 99% για τα δείγματα ούρων σε σύγκριση με τα δείγματα του τραχήλου της μήτρας
- Για τον έλεγχο των χλαμυδίων στους άνδρες, η ευαισθησία και η ειδικότητα ήταν 88% και 99% για τα δείγματα ούρων σε σύγκριση με τα δείγματα της ουρήθρας
- Για τον έλεγχο της γονόρροιας στις γυναίκες, η ευαισθησία και η ειδικότητα ήταν 79% και 99% για τα δείγματα ούρων σε σύγκριση με τα δείγματα του τραχήλου της μήτρας
- Για τον έλεγχο της γονόρροιας στους άνδρες, η ευαισθησία και η ειδικότητα ήταν 92% και 99% για τα δείγματα ούρων σε σύγκριση με τα δείγματα της ουρήθρας
Περισσότερες πληροφορίες
- Για τη γυναίκα FemoScan® 6
- Για τον άνδρα AndroScan® 6