Η μέτρηση της προγεστερόνης στη σίελο χρησιμοποιείται ως ένας εναλλακτικός τρόπος μέτρησης της ορμόνης. Η μέτρηση της προγεστερόνης χρησιμοποιείται για την επιβεβαίωση της εμφάνισης ωορρηξίας, για την αξιολόγηση της υπογονιμότητας, κατά τον έλεγχο παθολογικής αιμορραγίας της μήτρας (μητρορραγίας), για την αξιολόγηση της υγείας του πλακούντα σε εγκυμοσύνη υψηλού κινδύνου, για τον προσδιορισμό της αποτελεσματικότητας των ενέσεων προγεστερόνης που χορηγούνται σε γυναίκες για την υποστήριξη της πρώιμης εγκυμοσύνης καθώς και κατά τον έλεγχο ορισμένων ασθενών με διαταραχές των επινεφριδίων.
Περισσότερες Πληροφορίες
Η προγεστερόνη είναι μια στεροειδής ορμόνη πολύ μεγάλης σημασίας για την ωορρηξία, τη γονιμότητα, την εγκυμοσύνη και την εμμηνόπαυση. Η σύνθεση της προγεστερόνης γίνεται στον πλακούντα, στα επινεφρίδια και στις γονάδες. Σε φυσιολογικές μη έγκυες γυναίκες κατά τη διάρκεια της ωχρινικής φάσης του έμμηνου κύκλου, η προγεστερόνη εμφανίζει ημερήσιο (κιρκάδιο) ρυθμό έκκρισης. Η μέγιστη έκκρισή της πραγματοποιείται το απόγευμα γύρω στις 6:00. Στις εγκύους, η προγεστερόνη εμφανίζει παρόμοιο ρυθμό κατά τη διάρκεια του δεύτερου και τρίτου τριμήνου, με τις χαμηλότερες τιμές να παρατηρούνται το πρωί και τις μέγιστες αργά το απόγευμα. Στους άνδρες, η προγεστερόνη θεωρείται ότι παίζει ρόλο στη φυσιολογία των όρχεων.
Η πρωταρχική λειτουργία της προγεστερόνης κατά τη διάρκεια του κύκλου στις γυναίκες είναι να προετοιμάσει το ενδομήτριο για την εμφύτευση του γονιμοποιημένου ωαρίου. Επομένως, τα επίπεδα αυξάνονται κατά την ωχρινική φάση του κύκλου αμέσως μετά ωορρηξία. Εάν δεν εμφανιστεί εμφύτευση, η προγεστερόνη επιστρέφει στα επίπεδα της θυλακιώδους φάσης. Εάν προκύψει εγκυμοσύνη, η προγεστερόνη συνεχίζει να αυξάνεται σε πολύ υψηλά επίπεδα και να καθορίζει μια ποικιλία λειτουργιών που είναι απαραίτητες για τη διατήρηση της εγκυμοσύνης. Σε μερικές ασθενείς με υπογονιμότητα, μπορεί να εμφανιστεί ωορρηξία αλλά τα επίπεδα της προγεστερόνης στην ωχρινική φάση είναι ανεπαρκή. Η ανεπάρκεια της ωχρινικής φάσης είναι αποτέλεσμα ανεπαρκούς παραγωγής προγεστερόνης από το ωχρό σωμάτιο. Κατά τη διάρκεια της εμμηνόπαυσης, η παραγωγή προγεστερόνης από τις ωοθήκες μειώνεται, με αποτέλεσμα τα μετεμμηνοπαυσιακά επίπεδα της ορμόνης στις γυναίκες να είναι παρόμοια με αυτά που παρατηρούνται στους άνδρες.
Εκτός από το ρόλο της ως φυλετικής ορμόνης, η προγεστερόνη χρησιμεύει επίσης ως πρόδρομη ένωση για πολλές από τις άλλες στεροειδείς ορμόνες και την κορτιζόνη. Η προγεστερόνη συντίθεται επίσης στον εγκέφαλο και στο νευρικό σύστημα, όπου λειτουργεί ως νευροστεροειδές μόριο που μπορεί να επηρεάσει την επιβίωση και την ανάπτυξη των νευρικών κυττάρων και συμμετέχει στην ανάπτυξη του εγκεφάλου. Η προγεστερόνη εκτός από τη νευροπροστασία, παίζει ρόλο στη συντήρηση της ελαστικότητας του δέρματος και στην ανάπτυξη του οστίτη ιστού. Η προγεστερόνη εξουδετερώνει επίσης την δράση των οιστρογόνων στο ενδομήτριο.
Στο αίμα, μόνο το 1 έως 15% της προγεστερόνης είναι στη μη δεσμευμένη ή βιολογικά ενεργή μορφή της. Η υπόλοιπη προγεστερόνη δεσμεύεται στις πρωτεΐνες του ορού. Η μη δεσμευμένη προγεστερόνη εισέρχεται στο σάλιο με τη βοήθεια ορισμένων ενδοκυτταρικών μηχανισμών. Στο σάλιο το μεγαλύτερο ποσοστό της προγεστερόνης δεν βρίσκεται δεσμευμένο σε πρωτεΐνες. Η συσχέτιση μεταξύ των μετρούμενων επιπέδων της προγεστερόνης του πλάσματος και της προγεστερόνης της σιέλου είναι πολύ υψηλή.
Οι μετρήσεις των ορμονών στο σάλιο αποτελούν μια άριστη επιλογή, επειδή η συλλογή του δείγματος είναι μη επεμβατική και εύκολη, χωρίς τις πιθανές επιπλοκές και την ταλαιπωρία της αιμοληψίας, ενώ εξασφαλίζεται απόλυτα η ευαισθησία και η ακρίβεια των μετρήσεων.