Η μέτρηση της κορτιζόλης στο σάλιο αποτελεί έναν εναλλακτικό τρόπο μέτρησης της ορμόνης, ο έλεγχος της οποίας χρησιμοποιείται για τη διάκριση μεταξύ πρωτοπαθούς και δευτεροπαθούς επινεφριδιακής ανεπάρκειας και για τη διαφορική διάγνωση του συνδρόμου Cushing.
Επιπλέον, ο έλεγχος της κορτιζόλης στο σάλιο χρησιμοποιείται για τη διερεύνηση των διαταραχών του ημερήσιου (κιρκάδιου) ρυθμού έκκρισης της και για τη διάγνωση καταστάσεων όπως το επινεφριδιακό στρες ή η επινεφριδιακή εξάντληση.
Περισσότερες Πληροφορίες
Η κορτιζόλη ή υδροκορτιζόνη είναι η κύρια γλυκοκορτικοειδής ορμόνη που παράγεται στο φλοιό των επινεφριδίων. Η κορτιζόλη συμμετέχει ενεργά στη ρύθμιση της απορρόφησης του ασβεστίου, της διατήρησης της αρτηριακής πίεσης, έχει αντιφλεγμονώδεις λειτουργίες, συμμετέχει στη ρύθμιση της γλυκονεογένεσης, της έκκρισης του γαστρικού οξέος και της πεψίνης και ρυθμίζει την ανοσολογική λειτουργία. Η παραγωγή κορτιζόλης παρουσιάζει ημερήσιο (κιρκάδιο) ρυθμό. Τα επίπεδα της κορυφώνονται νωρίς το πρωί και πέφτουν στις χαμηλότερες τιμές τους κατά τη νύχτα. Τα επίπεδα της κορτιζόλης αυξάνονται ανεξάρτητα από το κιρκάδιο ρυθμό ως απόκριση στο στρες. Η αυξημένη παραγωγή κορτιζόλης συσχετίζεται με το σύνδρομο Cushing και τους όγκους των επινεφριδίων, ενώ η μειωμένη παραγωγή κορτιζόλης συνδέεται με την ανεπάρκεια των επινεφριδίων (π.χ. νόσος του Addison) και την ανεπάρκεια της φλοιοεπινεφριδιοτρόπου ορμόνης (ACTH).
Στο αίμα μόνο το 1 έως 15% της κορτιζόλης είναι στη μη δεσμευμένη ή βιολογικά ενεργή μορφή της. Η υπόλοιπη κορτιζόλη δεσμεύεται με τις πρωτεΐνες του ορού. Η ελεύθερη κορτιζόλη στον ορό εισέρχεται στο σάλιο με τη βοήθεια ορισμένων ενδοκυτταρικών μηχανισμών ενώ η μεγαλύτερη ποσότητα της κορτιζόλης στο σάλιο παραμένει μη συνδεδεμένη με τις πρωτεΐνες.
Τα επίπεδα της κορτιζόλης της σιέλου δεν επηρεάζονται από το ρυθμό ροής του σάλιου ή από τα σιαλικά ένζυμα. Πολλές μελέτες αναφέρουν τα πολύ υψηλά επίπεδα συσχέτισης μεταξύ των μετρήσεων της κορτιζόλης στον ορό και το σάλιο, υποδεικνύοντας ότι τα επίπεδα της κορτιζόλης στο σάλιο εκτιμούν αξιόπιστα τα επίπεδα της κορτιζόλης στον οργανισμό.
Οι μετρήσεις των ορμονών στο σάλιο αποτελούν μια άριστη επιλογή, επειδή η συλλογή του δείγματος είναι μη επεμβατική και εύκολη, χωρίς τις πιθανές επιπλοκές και την ταλαιπωρία της αιμοληψίας, ενώ εξασφαλίζεται απόλυτα η ευαισθησία και η ακρίβεια των μετρήσεων.