Η μέτρηση της ζονουλίνης στα κόπρανα αποτελεί έναν πολύ σημαντικό δείκτη για την εκτίμηση του διαρρέοντος εντέρου (leaky gut). Αυξημένα επίπεδα στον ορό της ζονουλίνης ή πιο συγκεκριμένα των πρωτεϊνών της οικογένειας της ζονουλίνης (Zonulin Family Protein, ZFP) έχουν βρεθεί σε παθολογικές καταστάσεις όπως το μεταβολικό σύνδρομο και την παχυσαρκία, καταστάσεις που συνδέονται με αυξημένη διαπερατότητα του εντέρου (διαρρέον έντερο). Αυξημένα επίπεδα ζονουλίνης στον ορό του αίματος έχουν συσχετιστεί με τα αποτελέσματα της μεθόδου αναφοράς για το διαρρέον έντερο, την εξέταση δηλαδή Λακτουλόζης / Μαννιτόλης.
Δεν έχει ακόμη επιβεβαιωθεί πλήρως η συσχέτιση των επιπέδων ζονουλίνης στα κόπρανα και των αποτελεσμάτων της εξέτασης Λακτουλόζης / Μαννιτόλης, σε αντίθεση με την τεκμηριωμένη σχέση των επίπεδων της ζονουλίνης στον ορό και των αποτελεσμάτων της εξέτασης Λακτουλόζης / Μαννιτόλης.
Τα αυξημένα επίπεδα της ζονουλίνης στα κόπρανα έχουν συσχετιστεί με το μεταβολικό σύνδρομο, την παχυσαρκία ενώ βρίσκονται αυξημένα και στους καπνιστές.
Οι πρωταρχικές λειτουργίες του γαστρεντερικού σωλήνα θεωρούνται παραδοσιακά ότι περιορίζονται στην πέψη και στην απορρόφηση των θρεπτικών ουσιών και των ηλεκτρολυτών καθώς και στη ρύθμιση της ομοιόστασης του νερού. Ωστόσο, μια πιο προσεκτική ανάλυση των ανατομικών και λειτουργικών διατάξεων της γαστρεντερικής οδού, δείχνει ότι μια άλλη, εξαιρετικά σημαντική λειτουργία αυτού του οργάνου είναι η ικανότητά του να ρυθμίζει τη διακίνηση μακρομορίων μεταξύ του περιβάλλοντος και του ξενιστή μέσω ενός μηχανισμού φραγής. Ο εντερικός επιθηλιακός φραγμός με τις διακυτταρικές στενές συνδέσεις του (tight junctions, στενοί σύνδεσμοι), μαζί με τον εντερικό λεμφικό ιστό και το νευροενδοκρινικό δίκτυο, ελέγχουν την ισορροπία μεταξύ ανοχής και ανοσίας σε μη αυτό-αντιγόνα. Η ζονουλίνη είναι ο μοναδικός μέχρι τώρα γνωστός, φυσιολογικός διαμορφωτής των διακυτταρικών στενών συνδέσεων που συμμετέχει στη μετακίνηση των μακρομορίων και επομένως στη ρύθμιση της ισορροπίας των αντιδράσεων του ανοσοποιητικού μεταξύ ανοχής και απόκρισης. Όταν η οδός μεταφοράς που ρυθμίζεται από τη ζονουλίνη απορυθμίζεται σε γενετικά ευαίσθητα άτομα, μπορεί να εμφανιστούν τόσο εντερικές όσο και εξω-εντερικές αυτοάνοσες, φλεγμονώδεις και νεοπλασματικές διαταραχές.
Το παράδειγμα της ζονουλίνης έρχεται σε αντίθεση με τις παραδοσιακές θεωρίες που διέπουν την εξέλιξη αυτών των νοσημάτων και δείχνει ότι αυτές οι παθολογικές καταστάσεις μπορούν να προληφθούν αν αποτραπεί η αλληλεπίδραση μεταξύ γονιδίων (γενετικό υπόβαθρο) και περιβαλλοντικών συνθηκών, με την αποκατάσταση της εξαρτώμενης από τη ζονουλίνη λειτουργίας του εντερικού φραγμού.
Δείτε επίσης