Ο έλεγχος της μαλονδιαλδεϋδης στο πλάσμα χρησιμοποιείται για την εκτίμηση των οξειδωτικών βλαβών στα λιπίδια των κυττάρων.
Οι οξειδωτικοί παράγοντες μπορούν να μεταβάλλουν τη δομή των λιπιδίων, δημιουργώντας υπεροξείδια και τελικό αποτέλεσμα το σχηματισμό μαλονδιαλδεϋδης (μηλονική διαλδεϋδη, MDA). Η μαλονδιαλδεϋδη είναι μια οργανική ουσία που προκύπτει από την υπεροξείδωση των λιπιδίων και πιο συγκεκριμένα, από την δράση των ελεύθερων ριζών οξυγόνου πάνω στα πολυακόρεστα λιπαρά οξέα. Η μαλονδιαλδεϋδη είναι τοξική ουσία για τα κύτταρα επειδή σχηματίζει ομοιοπολικούς δεσμούς με διάφορες κυτταρικές πρωτεΐνες ενώ έχει επίδραση και στο DNA του κυττάρου προκαλώντας μεταλλάξεις. Η μέτρηση της μαλονδιαλδεϋδης αποτελεί ένα μέτρο της επίδρασης των δραστικών ριζών οξυγόνου πάνω στα λιπίδια και έτσι μια εκτίμηση του οξειδωτικού στρες του οργανισμού. Η υπεροξείδωση των λιπιδίων της κυτταρικής μεμβράνης οδηγεί σε απώλεια της ρευστότητας και της ελαστικότητα της, σε μειωμένη κυτταρική λειτουργία και μπορεί να φτάσει ακόμη και στην κυτταρική ρήξη και το θάνατο του κυττάρου. Η υπεροξείδωση των λιπιδίων μπορεί να συμβάλλει στην παθολογία πολλών ασθενειών συμπεριλαμβανομένης της αθηροσκλήρωσης, του διαβήτη και της νόσου Alzheimer.
Η μαλονδιαλδεϋδη μετράται στο πλάσμα με την μέθοδο TBARS, ως ουσίες δηλαδή που αντιδρούν με το θειοβαρβιτουρικό οξύ (Thiobarbituric Acid Reactive Substances, TBARS). Η μέτρηση των TBARS χρησιμοποιείται ευρέως ως μια σχετικά απλή και ακριβής μέθοδος προσδιορισμού της συγκέντρωσης των υπεροξειδιωμένων λιπιδίων σε διάφορα βιολογικά υγρά, συμπεριλαμβανομένων του ορού, του πλάσματος, των ούρων κλπ.
Τα επίπεδα των TBARS στον ορό ή το πλάσμα αυξάνονται με την αύξηση της ηλικίας και μπορεί να επηρεαστούν από την πρόσληψη βιταμινών C και E, την πρόσληψη κορεσμένων διαιτητικών λιπών και τη συγκέντρωση των τριγλυκεριδίων στον ορό.
Τα επίπεδα των TBARS του πλάσματος έχουν συσχετισθεί με ορισμένες παθολογικές καταστάσεις όπως τα καρδιαγγειακά νοσήματα, την ισχαιμία και την επαναιμάτωση του μυοκαρδίου, τη σήψη, την προεκλαμψία, την χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια, την χρόνια παγκρεατίτιδα, την χρόνια νεφρική νόσο, εγκεφαλικές διαταραχές και διπολικές διαταραχές. Το κάπνισμα αυξάνει τα TBARS στο πλάσμα.
Ο έλεγχος των TBARS έχει επίσης χρησιμοποιηθεί για την εκτίμηση της ευαισθησίας των κυττάρων στο οξειδωτικό στρες καθώς και τον έλεγχο των αντιοξειδωτικών ιδιοτήτων των τροφίμων.