Η μέτρηση της ουδέτερης α-γλυκοσιδάσης στο σπέρμα, χρησιμοποιείται στη διερεύνηση της ανδρικής υπογονιμότητας, ιδιαίτερα στη διερεύνηση ασθενών με αζωοσπερμία και φυσιολογικά επίπεδα τεστοστερόνης.
Περισσότερες Πληροφορίες
Η α-γλυκοσιδάση του σπέρματος μπορεί να διαιρεθεί σε δυο κλάσματα: την ουδέτερη (που σχετίζεται με την επιδιδυμίδα) και την όξινη (που προέρχεται από τον προστάτη). Σε ασθενείς με αζωοσπερμία και φυσιολογικά επίπεδα ανδρογόνων, η μέτρηση της ουδέτερης α-γλυκοσιδάσης (NAG) στο σπερματικό πλάσμα αποτελεί μια αξιόπιστη παράμετρο για την εκτίμηση της επιδιδυμικής λειτουργίας. Η μέτρηση της ουδέτερης α-γλυκοσιδάσης είναι πιο ειδική και ευαίσθητη εξέταση ελέγχου της επιδιδυμίδας, σε σχέση με τους άλλους δείκτες, όπως η γλυκεροφωσφοχολίνη και η L-καρνιτίνη.
Στο σπερματικό πλάσμα αζωοσπερμικών ασθενών με αμφοτερόπλευρη απόφραξη μεταξύ της επιδιδυμίδας και του εκφορητικού πόρου, υπάρχουν πολύ χαμηλά επίπεδα ουδέτερης α-γλυκοσιδάσης. Αντίθετα, η ενζυμική δραστηριότητα είναι φυσιολογική όταν η αζωοσπερμία οφείλεται στη διακοπή της ωρίμανσης του σπέρματος ή σε εμπόδιο που βρίσκεται μεταξύ της επιδιδυμίδας και των ευθέων σπειραματικών σωληναρίων του όρχεως. Ως εκ τούτου, η μέτρηση της ουδέτερης α-γλυκοσιδάσης στο σπερματικό πλάσμα σε άνδρες με αζωοσπερμία επιτρέπει τη διαφοροποίηση μεταξύ των κυριότερων αιτιών αυτής της κατάστασης.
Η χαμηλή ουδέτερη α-γλυκοσιδάση σε ασθενείς με ολιγοζωοσπερμία μπορεί να αντανακλά μερική απόφραξη των επιδιδυμιδίων, που συνδέονται με λοιμώξεις ή άλλες φλεγμονώδεις καταστάσεις. Η ενζυμική δραστηριότητα της ουδέτερης α-γλυκοσιδάσης σε ασθενείς με φυσιολογική συγκέντρωση σπερματοζωαρίων σχετίζεται με την δομική και λειτουργική ακεραιότητα του αυχένα και της ουράς των σπερματοζωαρίων, αντανακλώντας αλλαγές στη μεμβράνη των σπερματοζωαρίων που προκαλούνται από την επιδιδυμική έκκριση.
Σημαντική Σημείωση
Τα αποτελέσματα των εργαστηριακών εξετάσεων αποτελούν την σημαντικότερη παράμετρο για τη διάγνωση και την παρακολούθηση όλων των παθολογικών καταστάσεων. Το 70-80% των διαγνωστικών αποφάσεων βασίζεται στις εργαστηριακές εξετάσεις. Η ορθή ερμηνεία των εργαστηριακών αποτελεσμάτων επιτρέπει στον γιατρό να διακρίνει την "υγεία" από τη "νόσο".
Τα αποτελέσματα των εργαστηριακών εξετάσεων δεν πρέπει να ερμηνεύονται ως το αριθμητικό αποτέλεσμα μιας μεμονωμένης ανάλυσης. Τα αποτελέσματα των εξετάσεων πρέπει να ερμηνεύονται σε σχέση με το ατομικό και οικογενειακό ιστορικό, τα κλινικά ευρήματα και τα αποτελέσματα άλλων εργαστηριακών εξετάσεων και πληροφοριών. Ο προσωπικός σας γιατρός μπορεί να εξηγήσει τη σημασία των αποτελεσμάτων των εξετάσεων σας.
Στη Διαγνωστική Αθηνών απαντάμε σε κάθε σας απορία σχετικά με τις εξετάσεις που κάνετε στο εργαστήριο μας και επικοινωνούμε με τον γιατρό σας προκειμένου να έχετε την καλύτερη δυνατή ιατρική φροντίδα.