Ο έλεγχος για βενζοδιαζεπίνες στα ούρα χρησιμοποιείται για την ανίχνευση της χρήσης ναρκωτικών ουσιών αυτής της ομάδας φαρμάκων.
Οι βενζοδιαζεπίνες είναι μια μεγάλη ομάδα φαρμάκων που δρουν ως κατασταλτικά του κεντρικού νευρικού συστήματος (ΚΝΣ). Τα οπιοειδή και το αλκοόλ είναι επίσης κατασταλτικά του ΚΝΣ και η δράση τους φαίνεται στο χρήστη ως μια συνολική αίσθηση ηρεμίας. Η εμπορία των βενζοδιαζεπινών ξεκίνησε στη δεκαετία του 60, σχεδιασμένα για τη θεραπεία των σπασμών, της αϋπνίας, των διαταραχών άγχους, των συμπτωμάτων στέρησης στη θεραπεία του αλκοολισμού και σαν μυοχαλαρωτικά. Υπάρχουν τρεις γενικές κατηγορίες βενζοδιαζεπινών ανάλογα το χρόνο δράσης τους: βραχείας δράσης, ενδιάμεσης δράσης και μακράς δράσης.
Φυσιολογικές δράσεις: Μειωμένη λίμπιντο, στυτική δυσλειτουργία, υπόταση, αναπνευστική καταστολή, ναυτία, έλλειψη συντονισμού, διαταραχή δεξιοτήτων οδήγησης, θόλωση όρασης, αυξημένες επιληπτικές κρίσεις σε επιληπτικούς.
Ψυχολογικές δράσεις: Υπνηλία, ζάλη, μειωμένη εγρήγορση και συγκέντρωση, κατάθλιψη, άρση αναστολών, αλλαγές στην όρεξη, σύγχυση, ευφορία, εφιάλτες, επιθετικότητα, βία, παρορμητικότητα, ευερεθιστότητα, αμνησία, μείωση IQ.
Τοξικότητα: Οι βενζοδιαζεπίνες είναι ιδιαίτερα επικίνδυνες όταν γίνεται κατάχρηση μαζί με αλκοόλ, οπιοειδή και βαρβιτουρικά, επειδή ενεργούν στους ίδιους υποδοχείς στο σώμα και συνεπώς ενισχύουν τη δράση του φαρμάκου. Τα συμπτώματα της υπερδοσολογίας μπορεί να περιλαμβάνουν: υπνηλία, διαταραχές ομιλίας, νυσταγμό, υπόταση, αταξία, αναπνευστική καταστολή, κώμα, καρδιοαναπνευστική ανακοπή και θάνατο.
Οι βενζοδιαζεπίνες ανιχνεύονται στα ούρα από 3 ημέρες (οι βραχείας δράσεως) έως και 15 ημέρες (οι μακράς δράσεως) μετά τη χρήση.
Ανιχνεύονται οι εξής ουσίες: οξαζεπάμη, αλπραζολάμη, α-υδροξυ-αλπραζολάμη, βρωμαζεπάμη, χλωροδιαζεποξείδη, κλοναζεπάμη, κλοβαζάμη, κλοναζεπάμη, δελοραζεπάμη, δεσαλκυλφθοριοαζεπάμη, διαζεπάμη, εσταζολάμη, φθοριονιτραζεπάμη, λοραζεπάμη, μιδαζολάμη, νιτραζεπάμη, νορχλωροδιαζεποξείδιο, νορδιαζεπάμη, τεμαζεπάμη, τριαζολάμη.
Σημαντική Σημείωση
Τα αποτελέσματα των εργαστηριακών εξετάσεων αποτελούν την σημαντικότερη παράμετρο για τη διάγνωση και την παρακολούθηση όλων των παθολογικών καταστάσεων. Το 70-80% των διαγνωστικών αποφάσεων βασίζεται στις εργαστηριακές εξετάσεις. Η ορθή ερμηνεία των εργαστηριακών αποτελεσμάτων επιτρέπει στον γιατρό να διακρίνει την "υγεία" από τη "νόσο".
Τα αποτελέσματα των εργαστηριακών εξετάσεων δεν πρέπει να ερμηνεύονται ως το αριθμητικό αποτέλεσμα μιας μεμονωμένης ανάλυσης. Τα αποτελέσματα των εξετάσεων πρέπει να ερμηνεύονται σε σχέση με το ατομικό και οικογενειακό ιστορικό, τα κλινικά ευρήματα και τα αποτελέσματα άλλων εργαστηριακών εξετάσεων και πληροφοριών. Ο προσωπικός σας γιατρός μπορεί να εξηγήσει τη σημασία των αποτελεσμάτων των εξετάσεων σας.
Στη Διαγνωστική Αθηνών απαντάμε σε κάθε σας απορία σχετικά με τις εξετάσεις που κάνετε στο εργαστήριο μας και επικοινωνούμε με τον γιατρό σας προκειμένου να έχετε την καλύτερη δυνατή ιατρική φροντίδα.