Ο προσδιορισμός των ειδικών IgM αντισωμάτων έναντι του Τοξοπλάσματος, χρησιμοποιείται για τον προσδιορισμό πρόσφατης λοίμωξης με το παράσιτο Toxoplasma gondii.
Περισσότερες Πληροφορίες
Η τοξοπλάσμωση είναι μια συστηματική, παρασιτική ασθένεια που προκαλείται από το πρωτόζωο Toxoplasma gondii. Μεταδίδεται στον άνθρωπο από την κατανάλωση όχι καλά μαγειρεμένου κρέατος από μολυσμένα ζώα ή από την κατάποση ωοκύστεων εξαιτίας χειρισμών της άμμου για γάτες που περιέχουν μολυσμένα περιττώματα. Επίσης, μπορεί να μεταδοθεί στο έμβρυο μέσω του πλακούντα από την μητέρα. Μετά την κατάποση, τα παράσιτα ταξιδεύουν σε διάφορους ιστούς του σώματος και ομαδοποιούνται πολλά μαζί σε ωοκύστεις.
Η επίκτητη τοξοπλάσμωση συνήθως δεν προκαλεί συμπτώματα σε ασθενείς με ακέραιο ανοσοποιητικό σύστημα. Σε περιπτώσεις ανοσοκαταστολής, μπορεί να προκαλέσει υπερπυρεξία, λεμφαδενοπάθεια, λεμφοκυττάρωση και σε ορισμένες περιπτώσεις, εγκεφαλίτιδα, πνευμονίτιδα, μυοκαρδίτιδα, μυοσίτιδα και ενδεχομένως θάνατο. Η συγγενής εμβρυϊκή τοξοπλάσμωση μπορεί να προκαλέσει σοβαρές ανωμαλίες, συμπεριλαμβανομένης της τύφλωσης, υδροκέφαλου, νοητικής υστέρησης και μπορεί να οδηγήσει σε ενδομήτριο ή μετά τον τοκετό θάνατο.
Ο ορολογικός έλεγχος για τον τίτλο των αντισωμάτων έναντι του Toxoplasma gondii συνιστάται για όλες τις έγκυες γυναίκες. Αν ο τίτλος των αντισωμάτων είναι θετικός, αναφερόμενος σε λοίμωξη κατά το παρελθόν, δεν υπάρχει κανένας κίνδυνος για το έμβρυο. Ωστόσο, το έμβρυο βρίσκεται σε κίνδυνο αν η ασθένεια εκδηλωθεί κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Έτσι, αν ο τίτλος αντισωμάτων είναι ενδεικτικός ενεργού λοίμωξης ή είναι αρχικά αρνητικός, η εξέταση θα πρέπει να επαναλαμβάνεται σε κάθε μικροβιολογικό έλεγχο τους πρώτους 5 μήνες της εγκυμοσύνης και λίγο πριν από τον τοκετό. Όταν η τοξοπλάσμωση αποκτάται νωρίς στην εγκυμοσύνη, μπορεί να συστηθεί η αποβολή του κυήματος. Η τοξοπλάσμωση είναι συχνή σε ασθενείς με AIDS.
Σημαντική Σημείωση
Τα αποτελέσματα των εργαστηριακών εξετάσεων αποτελούν την σημαντικότερη παράμετρο για τη διάγνωση και την παρακολούθηση όλων των παθολογικών καταστάσεων. Το 70-80% των διαγνωστικών αποφάσεων βασίζεται στις εργαστηριακές εξετάσεις. Η ορθή ερμηνεία των εργαστηριακών αποτελεσμάτων επιτρέπει στον γιατρό να διακρίνει την "υγεία" από τη "νόσο".
Τα αποτελέσματα των εργαστηριακών εξετάσεων δεν πρέπει να ερμηνεύονται ως το αριθμητικό αποτέλεσμα μιας μεμονωμένης ανάλυσης. Τα αποτελέσματα των εξετάσεων πρέπει να ερμηνεύονται σε σχέση με το ατομικό και οικογενειακό ιστορικό, τα κλινικά ευρήματα και τα αποτελέσματα άλλων εργαστηριακών εξετάσεων και πληροφοριών. Ο προσωπικός σας γιατρός μπορεί να εξηγήσει τη σημασία των αποτελεσμάτων των εξετάσεων σας.
Στη Διαγνωστική Αθηνών απαντάμε σε κάθε σας απορία σχετικά με τις εξετάσεις που κάνετε στο εργαστήριο μας και επικοινωνούμε με τον γιατρό σας προκειμένου να έχετε την καλύτερη δυνατή ιατρική φροντίδα.