Η μέτρηση της TSH στον ορό χρησιμοποιείται για την εκτίμηση της πιθανής δυσλειτουργίας του θυρεοειδούς αδένα και την ανίχνευση ήπιων μορφών (υποκλινικών) καθώς και ο εμφανών περιπτώσεων πρωτοπαθούς υπο-και υπερ-θυρεοειδισμού, για την παρακολούθηση των ασθενών με θεραπεία υποκατάστασης των θυρεοειδικών ορμονών, για την επιβεβαίωση της καταστολής της TSH σε ασθενείς με καρκίνο του θυρεοειδούς υπό θεραπεία καταστολής και για την πρόβλεψη της απόκρισης μετά από διέγερση με την ορμόνη απελευθέρωσης της θυρεοτρόπου ορμόνης.
Όταν τα επίπεδα των ορμονών του θυρεοειδούς μειώνονται στην κυκλοφορία του αίματος ή το σώμα εκτίθεται σε φυσιολογικό ή ψυχολογικό στρες, ο υποθάλαμος διεγείρεται και απελευθερώνει την ορμόνη απελευθέρωσης της θυρεοτρόπου ορμόνης (TRH). Η TRH με τη σειρά της διεγείρει την παραγωγή της θυρεοτρόπου ή θυρεοειδοτρόπου ορμόνης (TSH) από τον πρόσθιο λοβό της υπόφυσης. Η TSH στη συνέχεια διεγείρει την παραγωγή και την απελευθέρωση της τριιωδοθυρονίνης (Τ3) και της θυροξίνης (Τ4) από τον θυρεοειδή αδένα. Καθώς τα επίπεδα των Τ3 και Τ4 αυξάνουν στο αίμα, η υπόφυση διεγείρεται για να μειώσει την παραγωγή της TSH μέσω ενός μηχανισμού αρνητικής ανάδρασης.
Η απελευθέρωση της TSH ακολουθεί ένα ημερήσιο μοτίβο, με τις μεγαλύτερες τιμές να παρατηρούνται αργά το βράδυ και τις μικρότερες στο μέσο της ημέρας. Η μέτρηση της συγκέντρωσης της TSH μαζί με την FΤ4 χρησιμοποιούνται για τη διαφορική διάγνωση του πρωτοπαθούς και του δευτεροπαθούς υποθυρεοειδισμού. Τα πρωτοπαθή νοσήματα έχουν να κάνουν με το όργανο στόχο (τον θυρεοειδή αδένα), ενώ τα δευτεροπαθή νοσήματα αφορούν ανωμαλίες του αδένα της υπόφυσης. Για παράδειγμα, στον πρωτοπαθή υποθυρεοειδισμό, ο θυρεοειδής αδένας υπολειτουργεί και παράγει πολύ χαμηλά επίπεδα ελεύθερης Τ4 στο αίμα. Ο πρόσθιος λοβός της υπόφυσης ανιχνεύει τα χαμηλά επίπεδα της Τ4 στον ορό και ως εκ τούτου, αυξάνει την απελευθέρωση της TSH. Με τον τρόπο αυτό γίνεται μια προσπάθεια διέγερσης του θυρεοειδούς αδένα για να αυξήσει την παραγωγή της Τ3 και της Τ4. Δεδομένου ότι ο θυρεοειδής αδένας δεν ανταποκρίνεται σε αυτή τη διέγερση, τα επίπεδα της TSH αυξάνονται συνεχώς.
Ο έλεγχος για την θυρεοτρόπο ορμόνη στον ορό, είναι ένας υπερευαίσθητος δείκτης που έχει αντικαταστήσει σε μεγάλο βαθμό όλες τις άλλες εξετάσεις που χρησιμοποιούνται για τον έλεγχο και τη διάγνωση του υποθυρεοειδισμού και την παρακολούθηση της θεραπείας. Οι εξετάσεις τρίτης γενιάς για την TSH θεωρούνται ως οι πλέον κατάλληλες για τον αρχικό έλεγχο, όταν υπάρχει υπόνοια διαταραχών του θυρεοειδούς. Αν ο προσδιορισμός της θυρεοτρόπου ορμόνης είναι φυσιολογικός, δεν χρειάζονται περαιτέρω εξετάσεις. Αν ο προσδιορισμός της TSH είναι εκτός ορίων, τότε πρέπει να ελεγχθεί και η θυροξίνη (Τ4). Οι ασθενείς που έχουν αυξημένα επίπεδα TSH αλλά φυσιολογικό επίπεδο ελεύθερης θυροξίνης (FT4), θεωρείται ότι πάσχουν από υποκλινικό υποθυρεοειδισμό. Υποκλινικός υπερθυρεοειδισμός διαγιγνώσκεται εργαστηριακά όταν το επίπεδο της θυρεοτρόπου ορμόνης στον ορό είναι χαμηλό, ενώ τόσο η ελεύθερη θυροξίνη όσο και η τριιωδοθυρονίνη (Τ3) βρίσκονται σε φυσιολογικά επίπεδα.
Η μέτρηση της θυρεοτρόπου ορμόνης χρησιμοποιείται επίσης για την παρακολούθηση της ανταπόκρισης του ασθενούς στη θεραπεία των διαταραχών του θυρεοειδούς.
Πιθανές Ερμηνείες Παθολογικών Τιμών
- Αύξηση: Νόσος Addison (πρωτοπαθής), αντισώματα αντι-TSH, εκλαμψία, ευθυρεοειδική βρογχοκήλη (με μη φυσιολογικά ένζυμα), κατάσταση νηστείας, βρογχοκήλη (εξαιτίας ανεπάρκειας ιωδίου), υπερυποφυσισμός, υποθυρεοειδισμός (πρωτοπαθής), υποθερμία, αδένωμα υπόφυσης (που εκκρίνει θυρεοτρόπο ορμόνη), μετεγχειρητικά (υφολική θυρεοειδεκτομή), προεκλαμψία, οξεία ψυχιατρική νόσος, μετά από θεραπεία με ραδιενεργό ιώδιο, θυρεοειδίτιδα. Φάρμακα: Αμιοδαρόνη, βενσεραζίδη, κλομιφαίνη, ιοπανοϊκό οξύ, λίθιο, μεθιμαζόλη, μετοκλοπραμίδη, μορφίνη, προπυλοθειουρακίλη, ακτινοσκιερές ουσίες, ορμόνη απελευθέρωσης θυρεοτρόπου ορμόνης
- Μείωση: Θυρεοειδίτιδα Hashimoto, υπερθυρεοειδισμός, υποθυρεοειδισμός (δευτεροπαθής, τριτοπαθής) (μερικές φορές), οργανικό εγκεφαλικό σύνδρομο. Φάρμακα: Ασπιρίνη, ηπαρίνη, κετοκοναζόλη,ντοπαμίνη, γλυκοκορτικοειδή, οκτρεοτίδη, θυρεοειδικές ορμόνες
Σημαντική Σημείωση
Τα αποτελέσματα των εργαστηριακών εξετάσεων αποτελούν την σημαντικότερη παράμετρο για τη διάγνωση και την παρακολούθηση όλων των παθολογικών καταστάσεων. Το 70-80% των διαγνωστικών αποφάσεων βασίζεται στις εργαστηριακές εξετάσεις. Η ορθή ερμηνεία των εργαστηριακών αποτελεσμάτων επιτρέπει στον γιατρό να διακρίνει την "υγεία" από τη "νόσο".
Τα αποτελέσματα των εργαστηριακών εξετάσεων δεν πρέπει να ερμηνεύονται ως το αριθμητικό αποτέλεσμα μιας μεμονωμένης ανάλυσης. Τα αποτελέσματα των εξετάσεων πρέπει να ερμηνεύονται σε σχέση με το ατομικό και οικογενειακό ιστορικό, τα κλινικά ευρήματα και τα αποτελέσματα άλλων εργαστηριακών εξετάσεων και πληροφοριών. Ο προσωπικός σας γιατρός μπορεί να εξηγήσει τη σημασία των αποτελεσμάτων των εξετάσεων σας.
Στη Διαγνωστική Αθηνών απαντάμε σε κάθε σας απορία σχετικά με τις εξετάσεις που κάνετε στο εργαστήριο μας και επικοινωνούμε με τον γιατρό σας προκειμένου να έχετε την καλύτερη δυνατή ιατρική φροντίδα.