Η γκαμπαπεντίνη (Gabapentin, Neurontin®) είναι ένα φάρμακο που χρησιμοποιείται κυρίως στη θεραπεία του νευροπαθητικού πόνου, των επιληπτικών κρίσεων και ως συμπλήρωμα στη διαχείριση της γενικευμένης αγχώδους διαταραχής. Είναι ένα δομικό ανάλογο του νευροδιαβιβαστή γ-αμινοβουτυρικό οξύ (GABA), αλλά δεν δρα άμεσα στους υποδοχείς GABA. Αντ 'αυτού, η γκαμπαπεντίνη συνδέεται με την υπομονάδα α2δ των διαύλων ασβεστίου στο κεντρικό νευρικό σύστημα, αναστέλλοντας την απελευθέρωση διεγερτικών νευροδιαβιβαστών, η οποία βοηθά στη μείωση της αίσθησης του πόνου και στην πρόληψη των επιληπτικών κρίσεων. Η γκαμπαπεντίνη συνήθως χορηγείται για καταστάσεις όπως μεθερπητική νευραλγία, διαβητική νευροπάθεια, ινομυαλγία και για τον έλεγχο των επιληπτικών κρίσεων. Η εξέταση της γκαμπαπεντίνης μετρά τη συγκέντρωση του φαρμάκου στο αίμα προκειμένου να εξασφαλισθεί ότι επιτυγχάνονται θεραπευτικά επίπεδα ελαχιστοποιώντας παράλληλα τον κίνδυνο τοξικότητας, ειδικά σε ασθενείς με διαταραχές στη νεφρική λειτουργία.
Ο μέτρηση της γκαμπαπεντίνης είναι απαραίτητη για τη βελτιστοποίηση της θεραπείας σε άτομα που βρίσκονται σε μακροχρόνια θεραπεία, ιδιαίτερα για καταστάσεις που απαιτούν χρόνια διαχείριση, όπως νευροπαθητικό πόνο ή επιληψία. Αν και η γκαμπαπεντίνη θεωρείται γενικά ασφαλής με ένα μεγάλο θεραπευτικό εύρος, μπορεί να εμφανιστούν διακυμάνσεις στα επίπεδα του φαρμάκου ανάλογα με παράγοντες όπως η νεφρική λειτουργία, η ηλικία και η ταυτόχρονη λήψη άλλων φαρμάκων. Η γκαμπαπεντίνη αποβάλλεται αμετάβλητη από τα νεφρά και η μειωμένη νεφρική λειτουργία μπορεί να οδηγήσει σε συσσώρευση του φαρμάκου, αυξάνοντας τον κίνδυνο παρενεργειών όπως καταστολή, ζάλη ή αταξία. Αντίθετα, τα χαμηλά επίπεδα του φαρμάκου μπορεί να οδηγήσουν σε μη βέλτιστο έλεγχο του πόνου ή των επιληπτικών κρίσεων, απαιτώντας προσαρμογές της δόσης.
Στην κλινική πρακτική, ο έλεγχος της γκαμπαπεντίνης στον ορό είναι ιδιαίτερα χρήσιμος σε ασθενείς που έχουν νεφρική δυσλειτουργία, καθώς αυτοί οι ασθενείς μπορεί να χρειαστούν χαμηλότερη δόση για να αποφευχθεί η συσσώρευση του φαρμάκου. Η εξέταση είναι επίσης χρήσιμη όταν οι ασθενείς λαμβάνουν πολλά φάρμακα που θα μπορούσαν ενδεχομένως να αλληλεπιδράσουν με την απορρόφηση ή την απομάκρυνση της γκαμπαπεντίνης, όπως τα αντιόξινα, τα οποία μπορούν να επηρεάσουν τη βιοδιαθεσιμότητά της. Η παρακολούθηση των επιπέδων της γκαμπαπεντίνης διασφαλίζει ότι ο ασθενής λαμβάνει τη σωστή δόση με βάση το μοναδικό φαρμακοκινητικό προφίλ του, ενισχύοντας έτσι την αποτελεσματικότητα της θεραπείας και ελαχιστοποιώντας τον κίνδυνο παρενεργειών.