Το Γάλλιο είναι ένα μπλε-γκρι μέταλλο με κρυσταλλική δομή. Το Γάλλιο είναι στερεό σε κανονικές θερμοκρασίες δωματίου, αλλά όπως ο Υδράργυρος, το Καίσιο και το Ρουβίδιο, γίνεται υγρό όταν θερμαίνεται ελαφρά. Το στερεό Γάλλιο είναι αρκετά μαλακό και μπορεί να κοπεί με ένα μαχαίρι. Είναι σταθερό στον αέρα και το νερό, αλλά αντιδρά και διαλύεται σε οξέα και αλκάλια.
Εφαρμογές του Γαλλίου
Το υγρό Γάλλιο χρησιμοποιείται στις πορσελάνες και τις γυάλινες επιφάνειες, σχηματίζοντας μια φωτεινή, ιδιαίτερα αντανακλαστική επιφάνεια. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί στην κατασκευή καθρεφτών. Το Γάλλιο σχηματίζει εύκολα κράματα με τα περισσότερα μέταλλα και χρησιμοποιείται για τον σχηματισμό κραμάτων χαμηλού σημείου τήξεως. Τα ολοκληρωμένα κυκλώματα είναι η πιο κοινή χρήση για το Γάλλιο, με τις οπτο-ηλεκτρονικές συσκευές (κυρίως διόδους λέιζερ και διόδους εκπομπής φωτός) να είναι η δεύτερη μεγαλύτερη χρήση. Το Γάλλιο έχει ιδιότητες ημιαγωγού και μπορεί να μετατρέψει την ηλεκτρική ενέργεια σε φως. Χρησιμοποιείται σε διόδους εκπομπής φωτός (LED) σε ηλεκτρονικές οθόνες και ρολόγια. Το Γάλλιο χρησιμοποιείται ακόμη σε ορισμένα θερμόμετρα μέτρησης υψηλών θερμοκρασιών.
Το Γάλλιο στο περιβάλλον
Το Γάλλιο δεν υπάρχει σε καθαρή μορφή στη φύση. Αρκετά μεταλλεύματα όπως ο βωξίτης και ο άνθρακας, περιέχουν μικρές ποσότητες Γαλλίου.
Επιπτώσεις του Γαλλίου στην ανθρώπινη υγεία
Το Γάλλιο είναι ένα στοιχείο που υπάρχει στον οργανισμό, αλλά σε πολύ μικρές ποσότητες. Για παράδειγμα, σε ένα άτομο με βάρος 70 κιλά, υπάρχουν 0.7 mg Γαλλίου σε ολόκληρο το σώμα. Δεν έχει αποδειχθεί κάποιος βιολογικός ρόλος για το Γάλλιο ως προς τη λειτουργία του σώματος και πιθανότατα υπάρχει μόνο λόγω εξαιτίας της παρουσίας ιχνών στο φυσικό περιβάλλον, στο νερό, στα λαχανικά και τα φρούτα. Πολλές βιταμίνες και εμφιαλωμένα νερά είναι γνωστό ότι περιέχουν ίχνη Γαλλίου, σε ποσότητες λιγότερο από ένα μέρος ανά εκατομμύριο (1 ppm). Παρά το γεγονός ότι το Γάλλιο δεν έχει καμία φυσική λειτουργία, τα ιόντα Γαλλίου μπορεί να αλληλεπιδράσουν σε διάφορες διαδικασίες στο σώμα, με τρόπο παρόμοιο με του τρισθενούς Σιδήρου (Fe3+). Όταν ιόντα Γαλλίου προσληφθούν σε αντικατάσταση του τρισθενούς Σιδήρου από βακτήρια όπως η Pseudomonas, τα ιόντα παρεμβαίνουν στην αναπνοή και τα βακτήρια πεθαίνουν. Το νιτρικό Γάλλιο έχει χρησιμοποιηθεί για τη θεραπεία της υπερασβεστιαιμίας που σχετίζεται με μεταστάσεις στα οστά. Το Γάλλιο μπορεί να επηρεάζει τη λειτουργία των οστεοκλαστών.
Το καθαρό Γάλλιο δεν αποτελεί τοξική ουσία για τους ανθρώπους κατά την επαφή. Ωστόσο, είναι γνωστό ότι μπορεί να αφήσει σημάδι στο δέρμα. Ακόμη και η ραδιενεργός ένωση του Γαλλίου, το κιτρικό Γάλλιο [67Ga], μπορεί να εγχυθεί στο σώμα και να χρησιμοποιηθεί για διαγνωστικούς σκοπούς χωρίς βλαβερές συνέπειες. Αν και δεν είναι επιβλαβές σε μικρές ποσότητες, το Γάλλιο δεν πρέπει να καταναλώνεται σε μεγάλες δόσεις. Ορισμένες ενώσεις του Γαλλίου μπορεί να είναι πολύ επικίνδυνες, όπως για παράδειγμα, η οξεία έκθεση σε χλωριούχο Γάλλιο (III) μπορεί να προκαλέσει ερεθισμό του λαιμού, δυσκολία στην αναπνοή, πόνο στο στήθος και μπορεί να προκαλέσει ακόμη και πολύ σοβαρές καταστάσεις, όπως πνευμονικό οίδημα και μερική παράλυση.
Πώς μπορεί κάποιος να διαπιστώσει αν έχει εκτεθεί στο Γάλλιο;
Μπορούμε να μετρήσουμε τα επίπεδα του Γαλλίου στο αίμα και στα περισσότερα βιολογικά υλικά.
Ο προσδιορισμός των μετάλλων γίνεται με την μέθοδο ICP-MS (Inductively Coupled Plasma Mass Spectrometry, Φασματομετρία Μάζας σε Επαγωγικά Συζευγμένο Πλάσμα Αργού), μιας μεθόδου που παρέχει τη δυνατότητα ταυτόχρονης ανίχνευσης πολλών μετάλλων. Η ευαισθησία και η ακρίβεια της είναι σημαντικά καλύτερη σε σύγκριση με τη συμβατική μέθοδο της ατομικής απορρόφησης, έχοντας την ικανότητα να μετράει μέταλλα σε συγκεντρώσεις μέχρι 1 στα 1015 (1 στα 1 τετράκις εκατομμύρια, ppq)!
Σημαντική Σημείωση
Τα αποτελέσματα των εργαστηριακών εξετάσεων αποτελούν την σημαντικότερη παράμετρο για τη διάγνωση και την παρακολούθηση όλων των παθολογικών καταστάσεων. Το 70-80% των διαγνωστικών αποφάσεων βασίζεται στις εργαστηριακές εξετάσεις. Η ορθή ερμηνεία των εργαστηριακών αποτελεσμάτων επιτρέπει στον γιατρό να διακρίνει την "υγεία" από τη "νόσο".
Τα αποτελέσματα των εργαστηριακών εξετάσεων δεν πρέπει να ερμηνεύονται ως το αριθμητικό αποτέλεσμα μιας μεμονωμένης ανάλυσης. Τα αποτελέσματα των εξετάσεων πρέπει να ερμηνεύονται σε σχέση με το ατομικό και οικογενειακό ιστορικό, τα κλινικά ευρήματα και τα αποτελέσματα άλλων εργαστηριακών εξετάσεων και πληροφοριών. Ο προσωπικός σας γιατρός μπορεί να εξηγήσει τη σημασία των αποτελεσμάτων των εξετάσεων σας.
Στη Διαγνωστική Αθηνών απαντάμε σε κάθε σας απορία σχετικά με τις εξετάσεις που κάνετε στο εργαστήριο μας και επικοινωνούμε με τον γιατρό σας προκειμένου να έχετε την καλύτερη δυνατή ιατρική φροντίδα.