Ο δείκτης HOMA-IR χρησιμοποιείται για να μετρήσει την αντίσταση στην ινσουλίνη, ένα πρώιμο στάδιο του διαβήτη τύπου 2 που αυξάνει τον κίνδυνο πολλών χρόνιων παθήσεων. Ο δείκτης HOMA-IR (Homeostasis Model Assessment – Insulin Resistance) λέει πρακτικά πόση ινσουλίνη χρειάζεται το σώμα για να διατηρήσει υπό έλεγχο τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα.
Περισσότερες πληροφορίες
Η αντίσταση στην ινσουλίνη και οι μεταβολικές ανωμαλίες που σχετίζονται με την αντίσταση στην ινσουλίνη έχουν συσχετιστεί με το μεταβολικό σύνδρομο, το σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 και καρδιαγγειακές παθήσεις σε ενήλικες και ηλικιωμένους. Το μεταβολικό σύνδρομο αναγνωρίζεται πλέον όλο και περισσότερο σε παιδιά και εφήβους. Η παιδική παχυσαρκία είναι γνωστό πλέον ότι συσχετίζεται με την αντίσταση στην ινσουλίνη.
Η αντίσταση στην ινσουλίνη τυπικά ορίζεται ως μειωμένη ευαισθησία ή ανταπόκριση στις μεταβολικές δράσεις της ινσουλίνης, όπως η είσοδος της γλυκόζης στα κύτταρα που προκαλείται από την ινσουλίνη και η αναστολή της ηπατικής παραγωγής γλυκόζης. Υπάρχουν διάφορα κλινικο-εργαστηριακά εργαλεία που χρησιμοποιούνται για τον ποσοτικό προσδιορισμό της ευαισθησίας και της αντίστασης στην ινσουλίνη άμεσα (υπερινσουλιναιμικός ευγλυκαιμικός αποκλεισμός) και έμμεσα (ενδοφλέβια δοκιμή ανοχής γλυκόζης) και χρησιμοποιούνται ως μέθοδοι αναφοράς. Ωστόσο, αυτές οι μέθοδοι είναι πολύ δύσκολες και δαπανηρές στην εφαρμογή τους στην κλινική πράξη, και για τους λόγους αυτούς έχουν επινοηθεί εναλλακτικοί τρόποι αξιολόγησης της αντίστασης στην ινσουλίνη, όπως ο δείκτης HOMA-IR.
Η ινσουλίνη, μια ορμόνη που εκκρίνεται από το πάγκρεας, βοηθά το σώμα να χρησιμοποιήσει τη γλυκόζη ως καύσιμο. Όταν το σώμα γίνει ανθεκτικό στην ινσουλίνη, το πάγκρεας θα αυξήσει την παραγωγή ινσουλίνης για να το αντισταθμίσει, αλλά τα αυξημένα επίπεδα ινσουλίνης μπορούν να βλάψουν τη γενική υγεία και να κάνουν πολύ δύσκολη την απώλεια βάρους. Εάν η αντίσταση στην ινσουλίνη αφεθεί χωρίς θεραπεία, μπορεί να οδηγήσει στην ανάπτυξη προδιαβήτη, σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 ή άλλων μεταβολικών καταστάσεων, όπως καρδιακές παθήσεις και λιπώδη διήθηση του ήπατος.
Όταν η αντίσταση στην ινσουλίνη εντοπιστεί έγκαιρα, μπορεί να αντιστραφεί. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η χρήση του HOMA-IR για τον εντοπισμό της ανεπαίσθητης αντίστασης στην ινσουλίνη, ακόμη και πριν γίνει εμφανής με πιο παραδοσιακούς εργαστηριακούς ελέγχους όπως η γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη A1c (HbA1c) και το σάκχαρο νηστείας.
Ο δείκτης HOMA-IR είναι ένα επικυρωμένο, μη επεμβατικό εργαστηριακό εργαλείο για την αξιολόγηση της σχέσης μεταξύ γλυκόζης και ινσουλίνης. Εάν είναι αυξημένος, μπορεί να καθοδηγήσει τον ασθενή να κάνει αλλαγές στη διατροφή και στον τρόπο ζωής που θα έχουν ως αποτέλεσμα τη μείωση του δείκτη HOMA-IR στα επίπεδα της ευαισθησίας στην ινσουλίνη, την απώλεια βάρος και της βελτίωσης της συνολικής υγείας.
Τι είναι η αντίσταση στην ινσουλίνη;
Τα άτομα με αντίσταση στην ινσουλίνη, ή αλλιώς μειωμένη ευαισθησία στην ινσουλίνη, έχουν δημιουργήσει μια ανοχή στην ινσουλίνη, καθιστώντας την ορμόνη λιγότερο αποτελεσματική. Ως εκ τούτου, χρειάζονται περισσότερη ινσουλίνη προκειμένου τα λιπώδη και μυϊκά κύτταρα να προσλάβουν τη γλυκόζη και το ήπαρ να συνεχίσει να την αποθηκεύει.
Το γιατί ένα άτομο αποτυγχάνει να ανταποκριθεί σωστά στην ινσουλίνη παραμένει σε μεγάλο βαθμό άγνωστο. Ως απόκριση στην αντίσταση του σώματος στην ινσουλίνη, το πάγκρεας παράγει μεγαλύτερες ποσότητες της ορμόνης για να διατηρήσει τα κύτταρα ενεργοποιημένα και τα επίπεδα της γλυκόζης στο αίμα υπό έλεγχο. Επομένως, τα άτομα με διαβήτη τύπου 2 τείνουν να έχουν αυξημένα επίπεδα κυκλοφορούσας ινσουλίνης. Η ικανότητα του παγκρέατος να αυξάνει την παραγωγή ινσουλίνης σημαίνει ότι η αντίσταση στην ινσουλίνη από μόνη της δεν έχει κανένα σύμπτωμα στην αρχή. Με την πάροδο του χρόνου, ωστόσο, η αντίσταση στην ινσουλίνη τείνει να χειροτερεύει και τα παγκρεατικά βήτα κύτταρα που παράγουν την ινσουλίνη μπορεί να φθαρούν. Τελικά, το πάγκρεας δεν θα μπορεί να παράγει πλέον αρκετή ινσουλίνη για να υπερνικήσει την αντίσταση των κυττάρων, με αποτέλεσμα υψηλότερα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα και τελικά διαβήτης τύπου 2.
Η ινσουλίνη έχει και άλλους ρόλους στο σώμα εκτός από τη ρύθμιση των επιπέδων γλυκόζης στο αίμα, και τα αποτελέσματα της αντίστασης στην ινσουλίνη πιστεύεται ότι είναι περισσότερα από τον σακχαρώδη διαβήτη. Για παράδειγμα, ορισμένες έρευνες έχουν δείξει ότι η αντίσταση στην ινσουλίνη, ανεξάρτητα από τον διαβήτη, σχετίζεται και με καρδιακές παθήσεις.
Τι προκαλεί την αντίσταση στην ινσουλίνη;
Έχουν εντοπιστεί αρκετά γονίδια που κάνουν ένα άτομο περισσότερο ή λιγότερο ευαίσθητο στο να εμφανίσει την πάθηση. Είναι επίσης γνωστό ότι οι ηλικιωμένοι είναι πιο επιρρεπείς στην αντίσταση στην ινσουλίνη. Ο τρόπος ζωής μπορεί επίσης να παίξει ρόλο. Η καθιστική ζωή, το υπερβολικό βάρος και η παχυσαρκία αυξάνει τον κίνδυνο για αντίσταση στην ινσουλίνη. Ορισμένοι ερευνητές θεωρούν ότι ο επιπλέον λιπώδης ιστός μπορεί να προκαλέσει φλεγμονή, σωματικό στρες ή άλλες αλλαγές στα κύτταρα που συμβάλλουν στην αντίσταση στην ινσουλίνη. Μπορεί ακόμη και να υπάρχει κάποιος άγνωστος παράγοντας που παράγεται από το λιπώδη ιστό, ίσως μια ορμόνη, και που οδηγεί τελικά στην αντίσταση στην ινσουλίνη.